ραδιοκύμα

ραδιοκύμα
το, Ν
συν. στον πληθ. τα ραδιοκύματα
(ραδιοηλ.) ηλεκτρομαγνητικά κύματα με συχνότητες από 10 κιλοχέρτς έως 45 γιγαχέρτς, που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, στις ραδιοτηλεγραφικές, ραδιοτηλεφωνικές, διαστημικές και δορυφορικές επικοινωνίες, καθώς και στη ραδιοναυτιλία, ή εκπέμπονται από διάφορες ραδιοπηγές τού Σύμπαντος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά ως προς το α' και απόδοση ως προς το β' συνθετικό λ., πρβλ. αγγλ. radio (συντετμημένος τ. τών radiotelegraphy, radiotelephony, radiophone) + wave «κύμα»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ασύρματη επικοινωνία — Τα διάφορα συστήματα με τα οποία είναι δυνατή η χωρίς σύρματα επικοινωνία, καθώς και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται. Α.ε. είναι ο ελληνικός όρος που αντιστοιχεί στον ξενικό Radio, ο οποίος χρησιμοποιείται στη σύντομη αυτή μορφή για να… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”